Ποιος σκότωσε τελικά τον Γιεκινί;
14 χρόνια μετά, ο θάντος του ποδοσφαιριστή που πέρασε και από τον Ολυμπιακό παραμένει μυστήριο
Η Ευρώπη τον γνώρισε από το εξαιρετικό του πέρασμα στη Βιτόρια Σετούμπαλ, από το 1990 μέχρι το 1994. Παίζοντας στην Πορτογαλία αναδείχθηκε καλύτερος Αφρικανός ποδοσφαιριστής το 1992-93, ενώ στο Μουντιάλ του 1994 είχε εξαιρετική παρουσία. Λίγο πριν, είχε κατακτήσει και το Κύπελλο Εθνών Αφρικής. Ο Ολυμπιακός πείστηκε να τον αποκτήσει και να επενδύσει πάνω του. Στο Λιμάνι όμως δεν κατάφερε να στεριώσει και λίγους μήνες μετά έφυγε για την Σπόρτινγκ Χιχόν, με την καριέρα του να έχει πολλούς ακόμα σταθμούς. Πάντως, παραμένει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Εθνικής Νιγηρίας με 37 γκολ σε 58 ματς.
Ο θάνατός του το Μάιο του 2012, έκανε το γύρο του κόσμου και προκάλεσε πολλά ερωτηματικά. Οι φήμες τον ήθελαν να έχει ψυχολογικά προβλήματα, χρεώνοντας σε αυτά το περίεργο τέλος του. Τον ήθελαν να οδηγείται στο θάνατο ουρλιάζοντας, αλυσοδεμένος στο έδαφος, σε μία κατ' ευφημισμόν ψυχιατρική κλινική της πατρίδας του. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Ο Γιεκινί ήταν μια περίεργη πάστα ανθρώπου. Έχασε από μικρός τον πατέρα του και έμεινε με έναν θείο, ο οποίος του προκαλούσε συνεχώς προβλήματα. Τον έδενε, τον έδερνε και του έκανε συνεχώς καψώνια, γεγονός που του προκάλεσε αρκετά παιδικά τραύματα. Μεταξύ των οποίων, αδυναμία να εμπιστευτεί τον οποιονδήποτε. Σε ηλικία μόλις 10 ετών, σηκώθηκε και έφυγε. Ευτυχώς, είχε ένα μεγάλο εφόδιο. Το ποδόσφαιρο. Τα προβλήματα εμπιστοσύνης εντάθηκαν όταν ένας συμπαίκτης του στην Αφρικα Σπορτς της Ακτής Ελεφαντοστού του έκλεψε τις οικονομίες και το αυτοκίνητο. Παράλληλα, χώρισε και με τη σύζυγό του. Μάλλον, με μία από τις συζύγους του, αφού είχε τρεις!
Πάντα, είχε αδυναμία στην οικογένειά του, όπως τονίζει στο περιοδικό Blizzard ο Τζιμπρίλ Μοχάμεντ, δικηγόρος και στενός φίλος του. «Ξόδεψε τη μισή του περιουσία για την οικογένειά του. Άνοιξε ένα σούπερ μάρκετ για την αδερφή του, αγόρασε πολλά για τον νεότερο αδερφό του, αγόρασε ένα κτίριο για τη τη μητέρα του και χρηματοδότησε για τον άλλο αδερφό του όλο το ταξίδι για την Ακτή Ελεφαντοστού, επειδή ήταν καλός ποδοσφαιριστής. Χρηματοδοτούσε παράλληλα αρκετές φιλανθρωπίες, χωρίς να αφήνει το όνομά του να γίνεται γνωστό. Ήταν τρομερά γενναιόδωρος από τη φύση του.
Αλλά ο Ρασίντ μου είπε ότι η αλλαγή στάσης προς τα αδέρφια του και την μητέρα του έγινε επειδή ενδιαφέρονταν μόνο για τον πλούτο του και τίποτα άλλο». Όπως τονίζει, το παιχνίδι άρχισε να χάνεται γύρω στο 2009, όταν μια γυναίκα ισχυρίστηκε ότι έχει παιδί με τον Γιεκινί και η μητέρα του όχι μόνο την πίστεψε, αλλά τέθηκε και στο πλευρό της. Αυτό τον πλήγωσε πολύ. Ξεκίνησε να πιστεύει τις δεισιδαιμονίες που του έλεγαν διάφοροι, όπως το να κάνει θυσίες για να έχει τον Θεό στο πλευρό του και να δώσει ένα κομμάτι ζαμπόν σε ένα τυφλό, για καλή τύχη! Αρκετοί άρχισαν να λένε διάφορα, τα οποία βρήκαν χώρο στον τοπικό Τύπο. Ότι περιφέρεται άσκοπα στην πόλη, ότι αφήνει τα αμάξια του να χαλάνε, ότι προτιμούσε ένα χαντάκι για τις φυσικές του ανάγκες και ότι ζούσε παρέα μόνο με κάποια... παγόνια. Οι φήμες εξαπλώθηκαν. «Κατάθλιψη και διπολική διαταραχή», έλεγαν.
Η Γιεμισί Γιεκινί, έφτασε 19 ετών για να μάθει ότι ο Ρασίντ ήταν ο πατέρας της. Έτσι, κίνησε για να τον βρει, από την Αγγλία που έμενε. Κέρδισε την εμπιστοσύνη του και εκείνος της ανοίχτηκε. Μιλώντας από την πλευρά της στο περιοδικό Blizzard, το οποίο ερεύνησε εις βάθος την υπόθεσή του, τονίζει ότι ήταν μια χαρά. Την έπαιρνε τηλέφωνα κανονικά και μιλούσε και με τη μητέρα της, την πρώην σύζυγό του, χωρίς να παρουσιάζει καμία ένδειξη ψυχικού νοσήματος. «Η οικογένειά του όμως ήταν άπληστη και αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα», τονίζει. Μαζί του πήγε στην Αστυνομία, αφού το στενό μαρκάρισμα των κοντινών του είχε φτάσει σε απελπιστικό σημείο. Τους ενοχλούσε, σύμφωνα με τη μαρτυρία της κόρης του, το ότι έδινε χρήματα και σε άλλους εκτός από αυτούς. Η μητέρα του, πάντως, διαψεύδει, τονίζοντας ότι έκανε τα πάντα για να σώσει το γιο της.
Λόγω των ασφαλιστικών μέτρων που είχε καταθέσει για τους δικούς του, οι φήμες, που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν, τον θέλουν να πέφτει θύμα απαγωγής από την ίδια του την οικογένεια! Επιστρέφοντας στο σπίτι του από το γήπεδο, όπου έκανε προπόνηση, βγήκε από το αυτοκίνητο και ξεκλειδώνοντας, βρέθηκε προ εκπλήξεως. Η οικογένειά του του έβαλε χειροπέδες και τον πήρε μαζί της. «Φώναζε, αλλά κανείς δεν βρέθηκε για να τον βοηθήσει», ισχυρίζεται ο Μοοχάμεντ. Ο ρόλος που τον πήραν ήταν για να του προσφέρουν βοήθεια για τις ψυχικές του ασθένειες. Μια βδομάδα μετά, έχασε τη ζωή του. «Καρδιά», είπαν, χωρίς πολλά-πολλά και λίγες ώρες μετά τον έθαψαν, ρίχνοντας απλά τσιμέντο πάνω απο το χώμα.
«Μου είπαν ότι η ταφή θα γίνει πριν την αυγή, χωρίς καμία έρευνα, χωρίς απαντήσεις. Είπαν ότι πέθανε από καρδιά, αλλά δεν είχε κανένα ιστορικό. Αυτό προκαλεί ερωτήματα και έπρεπε να γίνει έρευνα. Κανείς δεν νοιάστηκε. Ποιον τον βοήθησε; Τι φάρμακα του έδωσαν; Και η πραγματική ερώτηση είναι αν πέθανε μόνος του. Τον πήγαν σε ένα πρόχειρο νοσοκομείο και τον έδεσαν στο πάτωμα. Πέθανε και η οικογένειά του τον πήγε στην πόλη τους και τον έθαψε το πρωί. Πέθανε σίγουρα στα χέρια τους». Στην κηδεία, η γιαγιά της αρνήθηκε να της πει το οτιδήποτε θα μπορούσε να βοηθήσει. «Απλά έλεγε ότι πέθανε και τέλος».
Στο μνημόσυνο, μετά από μια βδομάδα, η Γιεμίσι βρέθηκε σε μία καθόλα άβολη σύναξη. «Όταν πήγα εκεί έτρωγαν και όλοι διεκδικούσαν τα χρήματά του. Μπορούν να τα έχουν, δεν με νοιάζει αυτό, αλλά ήταν πολύ άβολο να βρίσκομαι ανάμεσά τους. Μόλις είχε θαφτεί και μάλωναν για τα λεφτά του. Ποιος το κάνει αυτό; Λένε ότι ήταν άρρωστος, αλλά που είναι οι αποδείξεις; Δεν υπάρχει απόδειξη, πιστοποιητικό θανάτου. Τον είδε ποτέ γιατρός; Είδε κανείς το σώμα του πριν θαφτεί; Μπήκε κάτω από το τσιμέντο τόσο γρήγορα και η οικογένειά του ούτε καν με κάλεσε. Ποτέ δεν τον είδα...»
«Κι αν ήταν η ίδια του η οικογένεια;», τονίζει με δάκρυα στα μάτια, στο περιοδικό. «Είναι τόσο απάνθρωπο και το στομάχι μου γυρίζει. Και ειλικρινά το σκέφτομαι κάθε μέρα...». Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ. Ο τρόπος όμως που εξελίχθηκε η τραγωδία, δείχνει ότι ο θάνατός του πιθανόν να μην είχε και τόσο φυσικά αίτια...
Πηγή: gazzetta.gr
Ο θάνατός του το Μάιο του 2012, έκανε το γύρο του κόσμου και προκάλεσε πολλά ερωτηματικά. Οι φήμες τον ήθελαν να έχει ψυχολογικά προβλήματα, χρεώνοντας σε αυτά το περίεργο τέλος του. Τον ήθελαν να οδηγείται στο θάνατο ουρλιάζοντας, αλυσοδεμένος στο έδαφος, σε μία κατ' ευφημισμόν ψυχιατρική κλινική της πατρίδας του. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Ο Γιεκινί ήταν μια περίεργη πάστα ανθρώπου. Έχασε από μικρός τον πατέρα του και έμεινε με έναν θείο, ο οποίος του προκαλούσε συνεχώς προβλήματα. Τον έδενε, τον έδερνε και του έκανε συνεχώς καψώνια, γεγονός που του προκάλεσε αρκετά παιδικά τραύματα. Μεταξύ των οποίων, αδυναμία να εμπιστευτεί τον οποιονδήποτε. Σε ηλικία μόλις 10 ετών, σηκώθηκε και έφυγε. Ευτυχώς, είχε ένα μεγάλο εφόδιο. Το ποδόσφαιρο. Τα προβλήματα εμπιστοσύνης εντάθηκαν όταν ένας συμπαίκτης του στην Αφρικα Σπορτς της Ακτής Ελεφαντοστού του έκλεψε τις οικονομίες και το αυτοκίνητο. Παράλληλα, χώρισε και με τη σύζυγό του. Μάλλον, με μία από τις συζύγους του, αφού είχε τρεις!
Πάντα, είχε αδυναμία στην οικογένειά του, όπως τονίζει στο περιοδικό Blizzard ο Τζιμπρίλ Μοχάμεντ, δικηγόρος και στενός φίλος του. «Ξόδεψε τη μισή του περιουσία για την οικογένειά του. Άνοιξε ένα σούπερ μάρκετ για την αδερφή του, αγόρασε πολλά για τον νεότερο αδερφό του, αγόρασε ένα κτίριο για τη τη μητέρα του και χρηματοδότησε για τον άλλο αδερφό του όλο το ταξίδι για την Ακτή Ελεφαντοστού, επειδή ήταν καλός ποδοσφαιριστής. Χρηματοδοτούσε παράλληλα αρκετές φιλανθρωπίες, χωρίς να αφήνει το όνομά του να γίνεται γνωστό. Ήταν τρομερά γενναιόδωρος από τη φύση του.
Αλλά ο Ρασίντ μου είπε ότι η αλλαγή στάσης προς τα αδέρφια του και την μητέρα του έγινε επειδή ενδιαφέρονταν μόνο για τον πλούτο του και τίποτα άλλο». Όπως τονίζει, το παιχνίδι άρχισε να χάνεται γύρω στο 2009, όταν μια γυναίκα ισχυρίστηκε ότι έχει παιδί με τον Γιεκινί και η μητέρα του όχι μόνο την πίστεψε, αλλά τέθηκε και στο πλευρό της. Αυτό τον πλήγωσε πολύ. Ξεκίνησε να πιστεύει τις δεισιδαιμονίες που του έλεγαν διάφοροι, όπως το να κάνει θυσίες για να έχει τον Θεό στο πλευρό του και να δώσει ένα κομμάτι ζαμπόν σε ένα τυφλό, για καλή τύχη! Αρκετοί άρχισαν να λένε διάφορα, τα οποία βρήκαν χώρο στον τοπικό Τύπο. Ότι περιφέρεται άσκοπα στην πόλη, ότι αφήνει τα αμάξια του να χαλάνε, ότι προτιμούσε ένα χαντάκι για τις φυσικές του ανάγκες και ότι ζούσε παρέα μόνο με κάποια... παγόνια. Οι φήμες εξαπλώθηκαν. «Κατάθλιψη και διπολική διαταραχή», έλεγαν.
Η Γιεμισί Γιεκινί, έφτασε 19 ετών για να μάθει ότι ο Ρασίντ ήταν ο πατέρας της. Έτσι, κίνησε για να τον βρει, από την Αγγλία που έμενε. Κέρδισε την εμπιστοσύνη του και εκείνος της ανοίχτηκε. Μιλώντας από την πλευρά της στο περιοδικό Blizzard, το οποίο ερεύνησε εις βάθος την υπόθεσή του, τονίζει ότι ήταν μια χαρά. Την έπαιρνε τηλέφωνα κανονικά και μιλούσε και με τη μητέρα της, την πρώην σύζυγό του, χωρίς να παρουσιάζει καμία ένδειξη ψυχικού νοσήματος. «Η οικογένειά του όμως ήταν άπληστη και αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα», τονίζει. Μαζί του πήγε στην Αστυνομία, αφού το στενό μαρκάρισμα των κοντινών του είχε φτάσει σε απελπιστικό σημείο. Τους ενοχλούσε, σύμφωνα με τη μαρτυρία της κόρης του, το ότι έδινε χρήματα και σε άλλους εκτός από αυτούς. Η μητέρα του, πάντως, διαψεύδει, τονίζοντας ότι έκανε τα πάντα για να σώσει το γιο της.
Λόγω των ασφαλιστικών μέτρων που είχε καταθέσει για τους δικούς του, οι φήμες, που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν, τον θέλουν να πέφτει θύμα απαγωγής από την ίδια του την οικογένεια! Επιστρέφοντας στο σπίτι του από το γήπεδο, όπου έκανε προπόνηση, βγήκε από το αυτοκίνητο και ξεκλειδώνοντας, βρέθηκε προ εκπλήξεως. Η οικογένειά του του έβαλε χειροπέδες και τον πήρε μαζί της. «Φώναζε, αλλά κανείς δεν βρέθηκε για να τον βοηθήσει», ισχυρίζεται ο Μοοχάμεντ. Ο ρόλος που τον πήραν ήταν για να του προσφέρουν βοήθεια για τις ψυχικές του ασθένειες. Μια βδομάδα μετά, έχασε τη ζωή του. «Καρδιά», είπαν, χωρίς πολλά-πολλά και λίγες ώρες μετά τον έθαψαν, ρίχνοντας απλά τσιμέντο πάνω απο το χώμα.
«Μου είπαν ότι η ταφή θα γίνει πριν την αυγή, χωρίς καμία έρευνα, χωρίς απαντήσεις. Είπαν ότι πέθανε από καρδιά, αλλά δεν είχε κανένα ιστορικό. Αυτό προκαλεί ερωτήματα και έπρεπε να γίνει έρευνα. Κανείς δεν νοιάστηκε. Ποιον τον βοήθησε; Τι φάρμακα του έδωσαν; Και η πραγματική ερώτηση είναι αν πέθανε μόνος του. Τον πήγαν σε ένα πρόχειρο νοσοκομείο και τον έδεσαν στο πάτωμα. Πέθανε και η οικογένειά του τον πήγε στην πόλη τους και τον έθαψε το πρωί. Πέθανε σίγουρα στα χέρια τους». Στην κηδεία, η γιαγιά της αρνήθηκε να της πει το οτιδήποτε θα μπορούσε να βοηθήσει. «Απλά έλεγε ότι πέθανε και τέλος».
Στο μνημόσυνο, μετά από μια βδομάδα, η Γιεμίσι βρέθηκε σε μία καθόλα άβολη σύναξη. «Όταν πήγα εκεί έτρωγαν και όλοι διεκδικούσαν τα χρήματά του. Μπορούν να τα έχουν, δεν με νοιάζει αυτό, αλλά ήταν πολύ άβολο να βρίσκομαι ανάμεσά τους. Μόλις είχε θαφτεί και μάλωναν για τα λεφτά του. Ποιος το κάνει αυτό; Λένε ότι ήταν άρρωστος, αλλά που είναι οι αποδείξεις; Δεν υπάρχει απόδειξη, πιστοποιητικό θανάτου. Τον είδε ποτέ γιατρός; Είδε κανείς το σώμα του πριν θαφτεί; Μπήκε κάτω από το τσιμέντο τόσο γρήγορα και η οικογένειά του ούτε καν με κάλεσε. Ποτέ δεν τον είδα...»
«Κι αν ήταν η ίδια του η οικογένεια;», τονίζει με δάκρυα στα μάτια, στο περιοδικό. «Είναι τόσο απάνθρωπο και το στομάχι μου γυρίζει. Και ειλικρινά το σκέφτομαι κάθε μέρα...». Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ. Ο τρόπος όμως που εξελίχθηκε η τραγωδία, δείχνει ότι ο θάνατός του πιθανόν να μην είχε και τόσο φυσικά αίτια...
Πηγή: gazzetta.gr
|